Μαύρο Ρόδο: Γιατί κρύφτηκες Ελισάβετ; Ο Γεράσιμος φωνάζει και το βλέμμα του γίνεται επικίνδυνο

Η Ελισάβετ τρομαγμένη προσπαθεί να απωθήσει τον Γεράσιμο και τον ρωτά για ποια εισιτήρια μιλάει. Εκείνος «ζυγίζει» την αντίδραση της και προσπαθεί να το γυρίσει. «Έτσι το είπα για πλάκα, αλλά αν θες να ξεφύγεις από όλη αυτή τη συναισθηματική πίεση… μπορούμε να
φύγουμε μαζί», της λέει και βγάζει τα εισιτήρια και της τα δείχνει.

Η Ελισάβετ καταλαβαίνει πως κάτι δεν πάει καλά, τρομάζει, αλλά προσπαθεί να το κρύψει και του λέει πως θα ήταν καλύτερα να γυρίσουν στο μοναστήρι. «Συγγνώμη! Δεν ήθελα να το πάρεις στραβά, απλά καταλαβαίνω ότι τώρα με την απώλεια της Αυξεντίας, περνάς δύσκολα και είπα να σε κάνω να ξεχαστείς λιγάκι από το πένθος», ισχυρίζεται και την ξεγελά με το ύφος του που έχει ηρεμίσει και τα λεγόμενα του.

«Ακόμα και έτσι, που η Αυξεντία λόγω της ασθένειάς της έχανε σιγά σιγά τη μνήμη της, για μένα ήταν το στήριγμά μου», του εξηγεί και ο Γεράσιμος της λέει πάλι να φύγουν οι δυο τους. «Δεν καταλαβαίνω Γεράσιμε, τι εννοείς όταν λες να φύγουμε; Να πάμε πού; Νομίζω ότι είχες καταλάβει ότι το μόνο που θέλω είναι να μείνω εδώ, περιμένοντας να γίνει η κουρά μου. Τώρα, τι είναι αυτά που μου λες;», τον ρωτάει κι εκείνος της λέει πως δήθεν τα έχει χάσει με τον θάνατο της Αυξεντίας.

Του ζητάει και πάλι να φύγουν και ο Γεράσιμος της λέει να πεταχτεί δύο λεπτά στο αυτοκίνητο και μετά… Φεύγει σφαίρα, αφήνοντας πίσω την Ελισάβετ ανήσυχη…Φτάνει στο αμάξι, παίρνει δύο καρεκλάκια, ένα παγούρι με νερό και κάποια άλλα πράγματα και αφού ελέγξει μήπως τον έχει πάρει κανένα μάτι, επιστρέφει τρέχοντας στο δάσος, όμως δεν βρίσκει την Ελισάβετ.

Διαβάστε Επίσης  Γη της Ελιάς: Ο Μιλτιάδης βάζει την φωτιά στο σπίτι των Στεφαναίων

«Ελισάβετ! πού είσαι;.. πού είσαι;… πού είσαι;!», μονολογεί και το πρόσωπο του αγριεύει. «Γιατί κρύφτηκες; Ελισάβετ!!!», φωνάζει και το βλέμμα του γίνεται επικίνδυνο. O Λευτέρης μαθαίνει ότι η κόρη του λείπει. Τρομαγμένος ζητάει από την Γαλήνη να ψάξει μέσα στη μονή, ενώ
εκείνος έξω. Ο Λευτέρης τρελά αγχωμένος φτάνει στην αρχή του δάσους, ενώ ο Γεράσιμος καταφέρνει τελικά να βρει τη Ελισάβετ καθισμένη κάτω από ένα δέντρο.

«Τρελάθηκα όταν γύρισα και δεν σε βρήκα. Πώς και αποφάσισες να περπατήσεις; Νόμιζα ότι ήθελες να ξεκουραστείς γιατί μου είπες ότι δεν σε κρατάνε τα πόδια σου. Γι’ αυτό και εγώ πήγα και έφερα τα καρεκλάκια για να κάτσουμε. Να ηρεμήσουμε μακριά απ’ όλους, στη φύση Έλα κάτσε», της λέει κι εκείνη τον κοιτά τρομαγμένη.

«Σκεφτόμουν αυτό που μου είπες προηγουμένως…για το ταξίδι στο εξωτερικό», του απαντά κι εκείνος αναθαρρεί και προσπαθεί να την πείσει πως θα ήταν καλό και για την ίδια να φύγει μακριά από όλους και όλα. «Μην το σκέφτεσαι πολύ, αυτή είναι η καλύτερη λύση και για τους δυο μας. Αν το αποφασίσεις, εγώ και τώρα είμαι έτοιμος για να φύγουμε. Ελισάβετ, έλα μαζί μου να ξεκινήσουμε μια καινούργια ζωή», επιμένει κι εκείνη τη στιγμή ακούγεται η φωνή του Λευτέρη.

Διαβάστε Επίσης  Άγριες Μέλισσες: Ο Μελέτης μετά από κατάθεση ψυχής μπαίνει σε μοναστήρι

«Μα είναι δυνατόν βρε κορίτσι μου;! Είμαι εγώ για τέτοια, που έχω την καρδιά μου, να περνάω τέτοιες λαχτάρες; Τι σας έπιασε και ήρθατε εδώ;» την ρωτά και της προτείνει να πάει στο σπίτι για λίγες μέρες. «Τουλάχιστον, ο πατέρας μου, μου κάνει πρόταση να τον ακολουθήσω σε πιο κοντινό μέρος απ’ ότι εσύ», λέει στον Γεράσιμο, γυρίζει κοιτά τον πατέρα της και συνεχίζει: «Και ο Γεράσιμος μου πρότεινε αν θέλω να πάω μαζί του, στη Σουηδία».

Ο Λευτέρης ανήσυχος καρφώνει το βλέμμα του στον Γεράσιμο και τους λέει να γυρίσουν πριν νυχτώσει… Ο Λευτέρης στο κελί της κόρης του προσπαθεί να την πείσει να μην έχει πολλά πάρε δώσε με τον Γεράσιμο. «Εγώ λέω να προσέχεις περισσότερο μαζί του, γιατί και ο διάβολος, άγγελος ήταν πριν. Μπορεί όμως να κάνει κακό σε άλλους, ή στον εαυτό του. Νοσηλεύτηκε βαριά, είναι ευαίσθητη η κατάσταση του ακόμα», της επισημαίνει, αλλά εκείνη μάλλον ακόμα δεν έχει καταλάβει τίποτα…

Αργότερα, όταν πια ο Λευτέρης φεύγει και η Ελισάβετ κοιμάται, ο Γεράσιμος μπαίνει κρυφά στο κελί της. Ένας ήχος την ξυπνάει και τρομαγμένη σηκώνεται από το κρεβάτι της και τον ρωτά τι θέλει τέτοια ώρα στο κελί της. «Όλα είναι έτοιμα! Σήκω και ετοιμάσου! Φεύγουμε!», της λέει με τα εισιτήρια στα χέρια…

πηγή

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *